ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣ ΝΑΖΙΑΝΖΟΥ
ΚΑΙ Η ΑΝΑΣΥΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑ ΤΟ ΙΗ´ ΑΙΩΝΑ


Ἡ Ναζιανζὸς ἦταν ἀρχαία πόλις τῆς Καππαδοκίας. Τὸ Ἑλληνικὸ ὄνομά της ἔχει ἀρχαϊκὴ μικρασιατικὴ κατάληξη. Οἱ ἀρχαιολόγοι τὴν ταυτίζουν μὲ τὴν σημερινὴ Nenizi ἢ μὲ τὰ ἐρείπια τῆς Eyran Sehir.
Ὑπῆρξε μικρὰ πόλις καὶ ἄσημος, ἔγινε δὲ περιώνυμος λόγῳ τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου. «… Προστάτιν λαχοῦσα περίβλεπτον καὶ περιβόητον τὸ μέγα τῆς οἰκουμένης κλέος, τὸν διαβόητον ἐκεῖνον ἐν Θεολογίᾳ καὶ σοφώτατον Ἱεράρχην Γρηγόριον, καὶ λαὸν εἶχε χριστιανῶν οὐκ ὀλίγων εὐσεβείᾳ διαλάμπουσα καὶ ἐν εὐτυχίᾳ διατελοῦντα κοσμικῇ τε καὶ πνευματικῇ…»1.
Πρῶτος Ἐπίσκοπος τῆς Ναζιανζοῦ διετέλεσε ὁ πατὴρ τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, Γρηγόριος (329-374). Ὁ Γρηγόριος ἐβαπτίσθη χριστιανὸς ἀπὸ τοὺς ἐπισκόπους τῆς περιοχῆς κατὰ τὴν μετάβασή τους στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας, γιὰ νὰ συμμετάσχουν στὴν πρώτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Σὲ μικρὸ χρονικὸ διάστημα χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ. Ὡς ἐλέχθη, ἡ Ναζιανζὸς ἀπέκτησε φήμη λόγῳ τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου τοῦ ἐπονομαζομένου Ναζιανζηνοῦ. Παρ᾽ ὅτι δὲν διετέλεσε ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ, συνεδέθη μὲ τὴν ἐπισκοπὴ αὐτή, γιατί γιὰ μεγάλα χρονικὰ διαστήματα τῆς ζωῆς του τὴν διακόνησε ὡς βοηθὸς τοῦ πατέρα του. Ἐπὶ δεκαετίαν μετὰ τὴν προχείρησή του εἰς Πρεσβύτερον συνέβαλε στὸ ποιμαντικὸ ἔργο τῆς ἐπισκοπῆς Ναζιανζοῦ. Ἀργότερα, μετὰ τὴν ἄρνησή του νὰ ἀναλάβει τὰ καθήκοντα τῆς Ἐπισκοπῆς Σασίμων, ἐπανῆλθε στὴ Ναζιανζὸ καὶ συνέχισε νὰ συνδιακονεῖ μὲ τὸν πατέρα του μέχρι τοῦ θανάτου του. Συνέχισε τὴν διοίκηση τῆς Ναζιανζοῦ μέχρις ὅτου ἀντελήφθη τὴν πρόθεση τῶν συμπατριωτῶν του νὰ καθυστεροῦν τὴν ἐκλογὴ διαδόχου τοῦ πατέρα του γιὰ νὰ παραμένει ὁ ἴδιος. Τότε ἔφυγε γιὰ ἀρκετὰ χρόνια καὶ ἐπέστρεψε μετὰ τὴν παραίτησή του ἀπὸ τὸν θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὅπου καὶ πάλι προσέφερε τὶς ὑπηρεσίες του στὴν Ναζιανζό.
Ἔχουν διασωθεῖ τὰ ὀνόματα ὁρισμένων Ἐπισκόπων Ναζιανζοῦ, ὅπως τοῦ Εὐλάλιου 383 μ.Χ., ἀλλὰ καί τινων Ἐπισκόπων, τῶν ὁποίων οἱ ὑπογραφὲς διακρίνονται στὰ πρακτικὰ Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ὅπως τοῦ Ναζιανζοῦ Θεοδοσίου, μετασχόντος στὴν Δ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, τοῦ Σχολαστικοῦ Θεοδώρου μετασχόντος στὴν Ϛ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο καὶ τοῦ Μιχαὴλ στὴν Πενθέκτη. Τὸ ὄνομα τοῦ Ναζιανζοῦ Νικάνδρου ἐμφανίζεται τὸ 1167, μετὰ ἀπὸ χάσμα τεσσάρων αἰώνων.
Ἡ Ναζιανζὸς ἀπαντᾶται ὡς 72α Μητρόπολη στὴν διάταξη τοῦ Λέοντος Ϛ΄ τοῦ Σοφοῦ καὶ στὴν 8η διάταξη τοῦ Ἀνδρονίκου Παλαιολόγου.
Τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1327 ὁ Πατριάρχης Ἠσαΐας (1323-1334) καὶ ἡ περὶ αὐτὸν Ἱερὰ Σύνοδος ἐξέδωσαν πράξη, διὰ τῆς ὁποίας ἀναθέτουν στὸν Μητροπολίτη Καισαρείας, ὡς πλησιόχωρο, τὶς μητροπόλεις οἱ ὁποῖες γιὰ μεγάλο χρονικὸ διάστημα δὲν εἶχαν Ἐπισκόπους, λόγῳ τῆς ἐπιθέσεως ἐχθρῶν, μεταξύ τῶν ὁποίων ἀναφέρεται καὶ ἡ «ἁγιωτάτη Ἀρχιεπισκοπὴ Ναζιανζοῦ» μὲ τὴν ὑποχρέωση τοῦ Μητροπολίτη Καισαρείας νὰ παραχωρήσει καὶ πάλι τὴν διακυβέρνηση τῶν ἐν λόγῳ ἐκκλησιῶν, ὅταν ἐκλεγοῦν σὲ αὐτὲς ἀρχιερεῖς «…Ἐπειδή… αἱ κατὰ τὸν τόπον τῆς Ἀνατολῆς ἁγιώταται μητροπόλεις ἡ τῆς Σεβαστείας δηλονότι, ἡ τῶν Εὐχαϊτῶν, ἡ τοῦ Ἰκονίου, ἡ τοῦ Μωκησοῦ καὶ ἡ ἁγιωτάτη Ἀρχιεπισκοπὴ Ναζιανζοῦ ἀμοιροῦσι γνησίων ἀρχιερέων ἐπὶ χρόνον ἤδη συχνὸν διὰ τὴν ἐπικρατήσασαν παραχωρήσει Θεοῦ διὰ πλῆθος ἁμαρτιῶν σύγχυσιν καὶ ἀνωμαλίαν ἐκ τῶν ἀθέων ἐχθρῶν ἐπιθέσεως… ἡ μετριότης ἡμῶν συνδιασκεψαμένη τὰ περὶ τούτου… ἐπέτρεψε καὶ ἀνέθετο τῷ ἱερωτάτῳ μητροπολίτῃ Καισαρείας… ὡς πλησιοχωροῦντι… ὥστε ἰθύνειν ταύτας καὶ διεξάγειν ἀρχιερατικῶς κατὰ λόγῳ ἐπιδόσεως… Ἐπειδὰν μέντοι ἐπιψηφισθῇ ἀρχιερεὺς γνήσιός τινι τῶν τοιούτων ἁγιωτάτων ἐκκλησιῶν, ὀφείλει ὁ αὐτὸς ἱερώτατος ἀρχιερεὺς Καισαρείας ὑπεξίστασθαι τῆς ἐκκλησίας ταύτης καὶ παραχωρεῖν ἐκείνῳ τῆς αὐτῆς κατοχῆς καὶ ἀρχιερατικῆς κυβερνήσεως»2.
Ἐπὶ τῆς δευτέρας Πατριαρχίας Φιλοθέου τοῦ Κοκκίνου (1364-1376) τὸν Νοέμβριο τοῦ 1370, ἐκχωρεῖται, μὲ συνοδικὴ ἀπόφαση, στὸν Μητροπολιτίτη Καισαρείας Ἀθανάσιο ἡ μητρόπολις ὡς ἀναφέρεται Ναζιανζοῦ. «…Εἴπερ συμβαίη καὶ χηρεύσοι τις τῶν δύο μητροπόλεων Τύανα ἢ ἡ Μωκησὸς ἐκχωρεῖ καὶ ἄδειαν δίδωσιν ἵνα ἱερουργῇ οὗτος ἐν αὐτῇ καὶ χειροτονῇ κατὰ τοὺς κανόνας… μέχρις ἂν γένηται γνήσιος ἐν αὐτῇ ἀρχιερεὺς»3.
Μετὰ ἀπὸ χρόνια σιωπῆς, τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1748, ἔγινε δεκτὸ τὸ αἴτημα τοῦ Μητροπολίτη Καισαρείας τῆς Καππαδοκίας Παρθενίου4 ἀπὸ τὴν Ἁγίαν καὶ Ἱερὰν Σύνοδον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῆς Ἐπισκοπῆς Ναζιανζοῦ καὶ τὴν ἐκλογὴ καὶ προχείριση ἐπισκόπου σ’ αὐτήν. «…ἐπειδὴ τοιγαροῦν κἂν τῇ ἁγιωτάτῃ μητροπόλει Καισαρείας Καππαδοκίας πάλαι μὲν ποτὲ ἐπίσημος διετελέσθη ἐπισκοπὴ τῆς αὐτῆς μητροπόλεως ἡ Ναζιανζός… λαὸν εἶχε χριστιανῶν οὐκ ὀλίγων… νυνὶ δὲ περιπετείᾳ τοῦ χρόνου καὶ δυστυχίᾳ τοῦ γένους καὶ διὰ τὸν τῆς δουλείας ζυγὸν ἐν ἐρημίᾳ κατέστη χριστιανικοῦ πληρώματος… τῇ αὐτῇ μητροπόλει λαχόντος θεόθεν ἱερωτάτου μητροπολίτου Καισαρείας Καππαδοκίας ὑπερτίμου τῶν ὑπερτίμων καὶ ἐξάρχου πάσης Ἀνατολῆς κὺρ Παρθενίου… ἀναγγείλοντός τε καὶ δηλώσαντός τε ἡμῖν συνοδικῶς τὴν ἐπαρχίαν καὶ μητρόπολιν αὐτοῦ ἐν χρείᾳ διατελεῖν ἑνὸς ἀρχιερατικοῦ προσώπου… ἐν ἑνὶ λόγῳ ἀναπληροῦν τὰ ὑστερήματα τῆς πνευματικῆς καὶ ἀρχιερατικῆς προστασίᾳ ταύτης πρὸς μείζονα καὶ πληρεστέραν ὠφέλειαν τῶν ἐν αὐτῇ χριστιανῶν… οὗ ἕνεκα καὶ ἐδεήθην τῆς ἡμῶν μετριότητος… θεραπευθῆναι τὴν χρείαν τῆς ἐπαρχίας αὐτοῦ… ἀποκατασταθῆναι τὸν τοιοῦτον Ἐπίσκοπον ἐπ’ ὀνόματι τῆς ρηθείσης ἐπισκοπῆς Ναζιανζοῦ, τέως μέν, ὡς εἴρηται, ἐν ἐρημίᾳ καταστάσης πάλαι δὲ ποτὲ ἐπισήμου γενομένης, ἥντινα ἀξίωσιν καὶ δέησιν… εὐμενῶς ἀποδεξάμενοι κοινῇ καὶ συνοδικῇ σκέψει καὶ διαγνώσει… καὶ δεδώκαμεν ἄδειαν τοῖς ἐνδημοῦσιν… ψήφους ποιῆσαι κανονικὰς κατὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴν ὑποτύπωσιν… προχειρίσει τοῦ ρηθέντος ἐπισκόπου Ναζιανζοῦ»5.
Μὲ τὴν συνοδικὴ αὐτὴ ἀπόφαση ἐγένετο δεκτή, ὡς ἐλέχθη, ἡ αἴτηση τοῦ μητροπολίτη Καισαρείας Καππαδοκίας Παρθενίου γιὰ τὴν ἀνασύσταση τῆς Ἐπισκοπῆς Ναζιανζοῦ καὶ τὴν ἐκλογὴ καὶ προχείριση ἐπισκόπου σ’ αὐτήν. Ὁ ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ ὡρίσθη νὰ εἶναι δεύτερος στὴν τάξη μετὰ τὸν μητροπολίτη Καισαρείας, βοηθὸς καὶ ἀναπληρωτής του στὸ ποιμαντικό του ἔργο.
Ὡς δὲ πληροφορούμεθα ἐκ τοῦ κώδικος τοῦ Κριτίου, Ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ ἐξελέγη ὁ πρωτοσύγκελλος τῆς μητροπόλεως Καισαρείας Παρθένιος. «…ἡμεῖς οἱ ἐν Κωνστναντινουπόλει ἐνδημοῦντες συνάδελφοι Ἀρχιερεῖς προτροπῇ καὶ ἀδείᾳ τοῦ Παναγιωτάτου Πατριάρχου κυρίου κυρίου Κυρίλλου προσκλήσει τε καὶ ἀξιώσει ἀδελφικῇ τῆς αὐτοῦ πανιερότητος συνεισελθόντες ἐν τῷ πανσέπτῳ ναῷ τοῦ ἁγίου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τοῦ τροπαιοφόρου … καὶ ψήφους κανονικὰς προβαλλόμενοι … ἐπ’ ὀνόματι τῆς ρηθείσης ἐπισκοπῆς Ναζιανζοῦ, πρῶτον μὲν ἐθέμεθα τὸν πανοσιώτατον Πρωτοσύγκελλον τῆς αὐτῆς Μητροπόλεως Καισαρείας Καππαδοκίας ἐν Ἱερομονάχοις κὺρ Παρθένιον, δεύτερον δὲ τὸν Ἱερομόναχον Νικόδημον καὶ τρίτον τὸν Ἱερομόναχον Καλλίνικον»6.
Ὁ Παρθένιος εἶχε περιβληθεῖ τὸ ἀγγελικὸ σχῆμα «ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων» καὶ εἶχε ὑπηρετήσει ἐπὶ χρόνια στὴ μητρόπολη Καισαρείας. Εἶναι ἄγνωστο πόσο παρέμεινε στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῆς Ναζιανζοῦ.
Ἑπόμενος Ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ ἐξελέγη τὸν Νοέμβριο τοῦ 1793, ἐπὶ Πατριαρχίας Νεοφύτου, ὁ Ἰγνάτιος Σαράφογλου, ὡς βοηθὸς τοῦ Γέροντος Μητροπολίτου Καισαρείας Γρηγορίου.
Ἐπὶ Πατριαρχίας Ἀνθίμου Ϛ΄ (1845-1848) τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1848 ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ ὁ Λεόντιος ὡς βοηθὸς τοῦ Γέροντος Μητροπολίτου Καισαρείας Παϊσίου.
Λίγα χρόνια ἀργότερα στὶς 5 Αὐγούστου τοῦ 1852, ἐπὶ β΄ Πατριαρχίας Ἀνθίμου Δ΄ (1848-1852), ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ ὁ Γεράσιμος ἐκ Μουταλάσκης ὡς βοηθὸς τοῦ προαναφερθέντος Καισαρείας Παϊσίου.
Στὶς 24 Μαρτίου 1875, ἐπὶ β΄ Πατριαρχίας τοῦ Ἰωακεὶμ Β΄ (1873-1878), ἐξελέγη ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ ὁ Γρηγόριος Καλλίδης7, ὡς βοηθὸς τοῦ Γέροντος Μητροπολίτου Ἡρακλείας Παναρέτου.
Ἐπὶ Πατριαρχίας Νεοφύτου Η΄ (1891-1894), τὴν 20ὴ Φεβρουα­ρίου τοῦ 1892, ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ ὁ Πανάρετος Πετρίδης, ὡς βοηθὸς τοῦ Μητροπολίτου Ἰωαννίνων Γρηγορίου.
Τὴν 28η Ἰουλίου 1901, ἐπὶ β΄ Πατριαρχίας τοῦ Ἰωακεὶμ Γ΄ (1901-1912) ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ ὁ Γερβάσιος Σαρασίτης ὡς βοηθὸς τοῦ Γέροντος Μητροπολίτου Καισαρείας Ἰωάννου. Ἐπὶ τοῦ προαναφερθέντος Πατριάρχου, τὴν 17η Ἰουλίου 1903, ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ ὁ Γερμανὸς Σακελλαρίδης8 ὡς βοηθὸς τοῦ Γέροντος Μητροπολίτου Ἡρακλείας Γρηγορίου (Καλλίδη).
Ἐπὶ τῆς β΄ Πατριαρχίας τοῦ Ἰωακεὶμ Γ΄ τὴν 22α Ἰουνίου 1910, ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ ὁ Ἰωάννης Τζαννέτης ὡς βοηθὸς τοῦ Γέροντος Μητροπολίτου Ἡρακλείας καὶ Ραιδεστοῦ Γρηγορίου (Καλλίδη) τοῦ ὁποίου ὑπῆρξε κατὰ σάρκα συγγενής. Ὁ Ἰωάννης τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1922 ἀναγκάσθηκε νὰ ἐγκαταλείψη τὴν πατρῴα γῆ λόγῳ τῆς ἐθνικῆς συμφορᾶς καὶ νὰ ἐγκατασταθεῖ στὸν Βόλο, ὅπου ἀπεβίωσε τὴν 28ην Νοεμβρίου τοῦ 1924 σὲ ἡλικία μόλις 44 χρόνων.
Ἐπὶ Πατριαρχίας Φωτίου Β΄ (1929-1935), τὴν 1η Μαρτίου 1931, ἐξελέγη μὲ τὸν τίτλο τῆς πάλαι ποτὲ διαλαμψάσης Ἐπισκοπῆς Ναζιανζοῦ ὁ Φιλόθεος Παπακωνσταντίνου, ὡς ἀρχιερατικῶς Προϊστάμενος τῆς κοινότητος Κοντοσκαλίου Κωνσταντινουπόλεως· ἀργότερα προήχθη εἰς Μητροπολίτην Προικοννήσου.
Τὴν 31η Αὐγούστου 1950, ἐπὶ Πατριαρχίας Ἀθηναγόρου (1948-1972), ἐξελέγη μὲ τὸν τίτλο τοῦ Ἐπισκόπου Ναζιανζοῦ ὁ Ἰεζεκιὴλ Τσουκαλᾶς, ὡς βοηθὸς τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Βορείου καὶ Νοτίου Ἀμερικῆς, Μιχαήλ. Ἀργότερα ἐξελέγη Ἀρχιεπίσκοπος Αὐστραλίας καὶ Ν. Ζηλανδίας καὶ Μητροπολίτης Κώου.
Τὴν 14η Νοεμβρίου 1959, ἐπὶ Πατριαρχίας Ἀθηναγόρου, ἐξελέγη ὑπὸ τὸν τίτλον Ναζιανζοῦ, ὁ Διονύσιος Ψιάχας ὡς βοηθὸς τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Αὐστραλίας καὶ Ν. Ζηλανδίας Ἰεζεκιήλ. Ἀργότερα ἐξελέγη Μητροπολίτης Ν. Ζηλανδίας.
Ἐπὶ Πατριαρχίας Ἀθηναγόρου, ἐξελέγη τὴν 10η Φεβρουαρίου 1970, Ναζιανζοῦ ὁ Παῦλος Ντὲ Μπάλλεστερ ὡς βοηθὸς τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Βορείου καὶ Νοτίου Ἀμερικῆς Ἰακώβου.
Ἐπὶ Πατριαρχίας Δημητρίου (1972-1991) ἐξελέγη ὑπὸ τὸν τίτλο Ναζιανζοῦ, ὁ Στέφανος Χαραλαμπίδης τὴν 13η Ἰανουαρίου 1987, ὡς βοηθὸς Ἐπίσκοπος τοῦ Μητροπολίτου Γαλλίας Μελετίου9.
Τέλος ἐπὶ Πατριαρχίας Βαρθολομαίου τοῦ νῦν εὐκλεῶς πατριαρχεύοντος, τὴν 9η Μαρτίου 2000, ἐξελέγη ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ ὁ σημειῶν τὶς γραμμὲς αὐτές, Θεοδώρητος Πολυζωγόπουλος, ὡς βοηθὸς Ἐπίσκοπος τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Θυατείρων καὶ Μεγάλης Βρετανίας καὶ ἐχειροτονήθη εἰς τὸν πάνσεπτον Πατριαρχικὸν Ναὸν τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τὴν 18ην Μαρτίου 2000 καὶ ἀνέλαβε καθήκοντα προϊσταμένου τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας Λονδίνου. Μετὰ δεκαετῆ διακονία ἐπέστρεψε στὴν Ἀθήνα ὅπου μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Πατριαρχείου ὑπηρετεῖ ὡς ἀποσπασμένος στὴν Ἱ. Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀθηνῶν.
Κατωτέρω παραθέτομε πίνακα τῶν ἐπισκόπων Ναζιανζοῦ ἀπὸ τῆς ἀνασυστάσεώς της μὲ τὰ ὀνόματα κατὰ χρονολογικὴ σειρὰ ἀπὸ τῆς ἐκλογῆς των9.
1) Παρθένιος, Ὀκτ. 1748
2) Ἰγνάτιος, Νοέμβ. 1793
3) Λεόντιος, Σεπτ. 1848
4) Γεράσιμος, 5 Αὔγ. 1840
5) Γρηγόριος, 25 Μαρτ. 1875
6) Πανάρετος, 20 Φεβρ. 1892
7) Γερβάσιος, 29 Ἰουλ. 1901
8) Γερμανός, 17 Ἰουλ. 1903
9) Ἰωάννης, 22 Ἰουν. 1910
10) Φιλόθεος, 19 Μάρτ. 1931
11) Ἰεζεκιήλ, 31 Αὔγ. 1950
12) Διονύσιος, 14 Νοεμ. 1959
13) Παῦλος, 10 Φεβρ. 1970
14) Στέφανος, 13 Ἰαν. 1987
15) Θεοδώρητος, 9 Μαρτ. 2000
Συμπερασματικά, ἡ Ἐπισκοπὴ Ναζιανζοῦ διέγραψε μιὰ σημαντικὴ πορεία στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Καππαδοκίας, ἔγινε διάσημη λόγῳ τοῦ μεγάλου πατρὸς τῆς Ἐκκλησίας Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου στὴν ὁποία διακόνησε κατὰ μεγάλα χρονικὰ διαστήματα ὡς βοηθὸς τοῦ πατέρα του.
Ἐπίσκοποι Ναζιανζοῦ μετεῖχαν σὲ Οἰκουμενικὲς Συνόδους καὶ τελικὰ στὰ ὕστερα βυζαντινὰ χρόνια λόγῳ τῶν περιπετειῶν τοῦ Γένους, ἡ ἐπισκοπὴ πέρασε στὴν ἀφάνεια καὶ στὴν εὐθύνη τοῦ μητροπολίτη Καισαρείας. Τὸ 1748 ἀνασυστήθηκε μὲ ἀπόφαση τῆς Ἁγίας καὶ Ἱερᾶς Συνόδου. Μέχρι τὴν Μικρασιατικὴ καταστροφὴ ἐκλέγονταν ἐπίσκοποι μὲ τὸ ὄνομα Ναζιανζοῦ. Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο συνέχισε νὰ δίδει σὲ Ἐπισκόπους τῆς δικαιοδοσίας του τὸν τίτλο τῆς πάλαι ποτὲ διαλαμψάσης Ἐπισκοπῇς Ναζιανζοῦ μέχρι σήμερα καὶ σὲ ἐπισκόπους ποὺ διακονοῦν σὲ διάφορες ἐπαρχίες τοῦ θρόνου.

* * * * * * * * * * * * * * *

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1.     Ἑλένη-Νίκη Ἀγγελομάτη-Τσουγκαράκη, «Νικόλαος Κριτίας», Ἀθήνα 1984, σελ. 138-142.
2.     Miklosich Fr. et Muller Ios., Acta Patriarchatus Constantinopolitani I, 143-144. Βρυώνης Σπ. Ἡ παρακμὴ τοῦ μεσαιωνικοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ ἡ διαδικασία τοῦ ἐξισλαμισμοῦ (11ος ἕως 15ος αἰῶνας), Ἀθήνα 1996, σελ. 4-9.
3.     Ἔνθ. ἀν., σελ. 536-537.
4.     Διετέλεσε Μητροπολίτης Καισαρείας ἀπὸ τὸ 1734 μέχρι τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1755, Βλέπε Ἀνθίμου Ἀλεξούδη, «Χρονολογικοὶ κατάλογοί των ἀπὸ Χριστοῦ ἀρχιερα­τευσάντων κατ’ ἐπαρχίαν», Νεολόγος Κωνσταντινουπόλεως, 28-2-1890.
5.     Ἑλένη-Νίκη Ἀγγελομάτη-Τσουγκαράκη, «Νικόλαος Κριτίας», Βιογραφικὰ Ἐργογραφικά, Ἀθήνα 1984-6, σελ. 138-142.
6.     Κατάλογος τῆς Πατριαρχικῆς βιβλιοθήκης, τόμος Γ΄, Ἀλεξάνδρεια 1942, σελ. 304-305.
7.     Τὸ 1879 ἐξελέγη Μητροπολίτης Τραπεζοῦντος. Ἀργότερα Θεσσαλονίκης καὶ Ἰωαννίνων καὶ ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ ὡς Ἡρακλείας καὶ Ραιδεστοῦ. Τὸ 2003 κατετάγη μεταξὺ τῶν ἁγίων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
8.     Διετέλεσε Πρωτοσύγκελλος τῆς Μητροπόλεως Ἡρακλείας.
9.     Τὰ στοιχεῖα ἐλήφθησαν ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Χρήστου Κ. Τσουβάλη, Οἱ τιτουλάριοι ἀρχιερεῖς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, Πάτρα 2003, σελ. 62.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1.     Ἀγγελομάτη-Τσουγκαράκη Ἑλένη-Νίκη, «Νικόλαος Κριτίας Βιογραφικὰ καὶ Ἐργογραφικά», Μεσαιωνικὰ καὶ Νέα Ἑλληνικά. Τόμος Α´, Ἀθήνα 1984.
2.     Jean Darrouzès, Notitiae Episcopatum Ecclesiae Constantinopolitanae, Paris 1981.
3.     Ἐκκλησιαστικὴ Ἀλήθεια. Τόμος 25, Κων/πολις 1901.
4.     Σταυρίδη Βασιλείου, Ἐπισκοπικοὶ Κατάλογοι τοῦ Ἀρχειοφυλακείου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Β´ Ἔκδοσις Ἱ. Μητρόπολις Ἀλεξανδρουπόλεως.
5.     Τσούβαλης Χρῆστος, Οἱ τιτουλάριοι ἀρχιερεῖς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, Πάτρα 2003.